29 Σεπ 2020

Καταλήψεις: μια ιστορία που επαναλαμβάνεται...

"Θεωρώ θλιβερή την εικόνα παιδιών που περιφέρονται ασκόπως στο δρόμο με το σχολικό σάκο στον ώμο, επειδή χάνουν μάθημα, λόγω κάποιας απεργίας...", έγραφα σε παλιότερη δημοσίευση μου το 2013 (!) και το πιστεύω ακόμη. Πόσο μάλλον όταν ο λόγος που χάνονται μαθήματα είναι η κατάληψη.

Σχετικά με το θέμα αυτό, δεν θα είμαι καθόλου ευγενική. Το να χάνονται μαθήματα με κάθε πρόφαση είναι ανεπίτρεπτο. Δεν χωρά καμία δικαιολογία, ούτε ο παρορμητισμός των νέων, ούτε ο μιμητισμός πράξεων των μεγαλύτερων. 

Η καταστροφή της σχολικής χρονιάς, γιατί περί αυτού πρόκειται, δημιουργεί ανισότητες μεταξύ των μαθητών. Ανισότητες που σήμερα αφορούν στη γνώση, αύριο όμως θα μετατοπιστούν στην επαγγελματική αποκατάσταση και την προσωπική ανάπτυξη του κάθε ατόμου. Πέρα από αυτό όμως, η κατάληψη δημιουργεί μια ψευδαίσθηση εξουσίας στους νέους, οι οποίοι πιστεύουν ότι μπορούν να επιβάλλουν τη γνώμη τους με το έτσι θέλω, καταπατώντας κάθε μορφή δημοκρατίας και ισότητας. Δυστυχώς, έτσι γαλουχούνται οι αυριανοί ενήλικες, αυτοί που σύντομα θα αναλάβουν τα ηνία της χώρας... 

Κακά τα ψέματα, η πανδημία είναι μόνο η αφορμή. Οι καταλήψεις είναι μια μόνιμη κατάσταση που ζούμε κάθε χρόνο, με διαφορετικές αφορμές. Θες η χρήση της μάσκας, θες η αγορά των μαχητικών αεροπλάνων, θες το Μακεδονικό, θες η τυρόπιτα που δεν έχει αρκετό τυρί, πάντα βρίσκονται "σημαντικοί λόγοι", που οδηγούν σε μαζικές κινητοποιήσεις μαθητών

Μαζικές; Όχι βέβαια! Είναι κοινό μυστικό ότι τις κινητοποιήσεις υποκινούν λίγοι μαθητές που αποτελούν έναν μικρό πυρήνα, ενώ τις συνέπειες καλείται να επωμιστεί το σύνολο.

Γιατί όμως οι ίδιοι οι μαθητές σαμποτάρουν το μέλλον τους κατ' αυτόν τον τρόπο; Τι πιστεύουν ότι έχουν να κερδίσουν υιοθετώντας αυτή την αντιδραστική συμπεριφορά; Ποιοι τους υποκινούν και ποιοι είναι υπεύθυνοι για να τους συνετίσουν;

Είναι οι καθηγητές; Μα, οι καθηγητές είναι κρατικοί λειτουργοί. Είναι υπάλληλοι με σαφείς κατευθύνσεις δράσης και αντίδρασης. Χρησιμοποιούν το λόγο και ορθά επιχειρήματα για να συνετίσουν τους αντιρρησίες. Σε κάποιες περιπτώσεις τα καταφέρνουν και τους αξίζουν πολλά μπράβο. Υπάρχουν βέβαια πάντοτε και αυτοί οι λίγοι, που απλά βρίσκουν την ευκαιρία να χαλαρώσουν λίγο από την εργασία τους.

Είναι οι πολιτικοί;  Μάλλον όχι. Κανένας πολιτικός δεν θα τολμήσει να φέρει την αστυνομία; Σε οποιαδήποτε πιθανή σύγκρουση με τη νεολαία, το πολιτικό κόστος θα είναι τεράστιο τόσο για το ίδιο το πρόσωπο, όσο και για το κόμμα που εκπροσωπεί. (Αναρωτιέμαι, ωστόσο, ποιοι είναι πιο επικίνδυνοι: εκείνοι που κρατούν παθητική στάση, υποστηρίζοντας ότι οι καταλήψεις θα ατονίσουν σε βάθος χρόνου ή αυτοί που εμμέσως τις υποστηρίζουν, αναδεικνύοντας τις ελλείψεις της κυβέρνησης;)

Εάν μιλήσουμε με το μυαλό, βάση νόμου, υπεύθυνοι είναι οι γονείς και δύναται να τιμωρηθούν για παραμέληση εποπτείας ανηλίκου, σύμφωνα με το άρθρο 360 του Ποινικού Κώδικα. Δεν χρειάζεται όμως να φτάσουμε μέχρι εκεί. Λένε, ότι η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη. Έτσι λοιπόν, για να μην καταλήξουμε να "κυνηγούμε" καταληψίες, το ιδανικό σενάριο θα ήταν να δημιουργούμε εξαρχής παιδιά που δεν θα προβούν σε τέτοιες συμπεριφορές. Πως; Με συζήτηση, με παραδείγματα, αλλά κυρίως με τις δικές μας πράξεις. Δύσκολο, το ξέρω, αλλά ο γονιός είναι ο μόνος που μπορεί να μιλήσει στην καρδιά του παιδιού του.


3 Σεπ 2020

Το κοριτσάκι των αεροπλάνων!

(αυτό είναι το πρώτο μου παραμύθι!)

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μικρό κοριτσάκι που ζούσε σε μια πόλη που την έλεγαν Θεσσαλονίκη.

Κάθε βράδυ το κοριτσάκι ξάπλωνε στο κρεβατάκι του και ονειρευόταν ότι ήταν μέσα σε ένα αεροπλάνο και ταξίδευε ψηλά στον ουρανό. Και κάθε φορά που το ρωτούσαν τί θέλει να γίνει όταν θα μεγαλώσει, απαντούσε «θέλω να πετάω με ένα αεροπλάνο σε όλο τον κόσμο».

Τα χρόνια πέρασαν και το κοριτσάκι μεγάλωσε και έγινε κοπέλα. Τελείωσε το σχολείο και άρχισε, όπως όλοι οι άνθρωποι, να ψάχνει να βρει τί δουλειά θα κάνει για να βγάλει λεφτά και να μπορεί να αγοράζει πράγματα.

Έτσι λοιπόν, αποφάσισε να γραφτεί σε μια σχολή για αεροσυνοδούς, κοπέλες δηλαδή και αγόρια που πετάνε με τα αεροπλάνα σε όλο τον κόσμο. Για να τα καταφέρει και να γίνει αεροσυνοδός διάβαζε κάτι χοντρά βιβλία και έγραφε ένα σωρό πράγματα στο τετράδιο της. Είχε και κάτι χάρτες, που τους άπλωνε στο πάτωμα και μάθαινε τις χώρες και τις πόλεις όλου του κόσμου.

Μετά τελείωσαν τα μαθήματα και η κοπέλα έγινε αεροσυνοδός.

Τότε, πήγε σε μια εταιρία με αεροπλάνα και είπε ότι θέλει να ξεκινήσει να πετάει. Ο κύριος που καθόταν εκεί της είπε: «Αν θέλεις να πετάς με τα αεροπλάνα, θα πρέπει να φτιάξεις τη βαλίτσα σου, να βάλεις μέσα όλα τα πράγματα σου και να φύγεις, να ζήσεις μακριά από το σπίτι σου και από τους ανθρώπους που σε αγαπάνε».

Η κοπέλα το σκέφτηκε λίγο, για μερικά λεπτά μόνο, και είπε «εντάξει». Μάζεψε τα πράγματά της και πήγε μακριά σε μια πόλη που την έλεγαν Ντουμπάι. Και από εκεί έπαιρνε κάθε μέρα ένα αεροπλάνο και ταξίδευε σε όλα τα μέρη του κόσμου.

Πήγε στο Λονδίνο, που είναι η πόλη της μουσικής, όπως ο Ρένος, το σκυλάκι το κίτρινο. Πήγε στο Παρίσι που είναι η πόλη της μαγειρικής, όπως ο Ρατατούης, το ποντικάκι. Πήγε και στην Αμερική, και στην Αυστραλία και στην Αφρική που έχει μια μεγάλη παραλία με πιγκουίνους.

Σε όποιο μέρος πήγαινε έβγαζε φωτογραφίες και τις έστελνε στη μαμά της, στο μπαμπά της, στην αδερφή της και σε κάτι φίλες της.

Μετά από λίγο καιρό γεννήθηκε η Αθηνά, ένα μικρό, τόσο τόσο,  μωράκι, και η κοπέλα άρχισε να έρχεται πιο συχνά στο σπίτι της στη Θεσσαλονίκη για να τη δει. Όταν δεν μπορούσε να έρθει έστελνε γράμματα με κάρτες. Από τη μια είχαν φωτογραφίες και από την άλλη ωραία λόγια, με καρδούλες και φυλλαράκια.


Σιγά σιγά όμως τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν. Η κοπέλα έμενε πιο πολύ καιρό στο σπίτι της στη Θεσσαλονίκη και πιο λίγο καιρό μέσα στα αεροπλάνα. Όταν περνούσε χρόνο με τα αγαπημένα της πρόσωπα ήταν πολύ χαρούμενη. Και όταν ήταν μέσα στο αεροπλάνο, πάλι σκεφτόταν το σπίτι της. Συνέχεια έστελνε μηνύματα, έπαιρνε τηλέφωνο και μιλούσε με την κάμερα.

 Ώσπου μια μέρα, η κοπέλα είδε ότι είχε κάνει το όνειρο της πραγματικότητα και ότι είχε γυρίσει με το αεροπλάνο σχεδόν όλο τον κόσμο. Τώρα, έφτασε η ώρα να γυρίσει πίσω. Έτσι λοιπόν, έβαλε όλα τα πράγματα της σε ένα φορτηγό, πήρε τις βαλίτσες της και γύρισε στο σπίτι της στη Θεσσαλονίκη.

Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς (που θα την έχουμε από δω και πέρα κοντά μας) καλύτερα!